Η λαϊκή παροιμία «φωνή λαού οργή Θεού» παρομοιάζει τη φωνή του λαού με την οργή του Θεού. Που, εδώ, έχει την έννοια της φοβερής μανίας της Φύσης, του φονικού σεισμού, της ακαταμάχητης πλημμύρας, του τρομακτικού κατακλυσμού, της ακατανίκητης ισχύος του τυφώνα ή της μάστιγας.
Η παροιμία «φωνή λαού οργή Θεού» δηλώνει με άλλα λόγια την ανίκητη δύναμη του λαού, αν ενωθεί. Θέλει να πει πως, όταν οι καθημερινοί άνθρωποι αγανακτήσουν κι ενώσουν τη φωνή τους για να εκφραστούν συλλογικά ή μαζικά, όταν δηλαδή η φωνή όλων, ακόμα κι ο ψίθυρος των καθημερινών, των απλών ανθρώπων ακουστεί ως μία φωνή, ως ένας ψίθυρος, απ’ άκρη σ’ άκρη και υπακούσει σε ένα σύνθημα, στο ίδιο σύνθημα ή σε μία ιδέα που είναι αποδεκτή απ’ όλους, τότε, ο ενωμένος λαός ακούγεται όπως ακούγεται ο Θεός κι εκφράζεται με έναν σεισμό ή με έναν τυφώνα, είναι η ακατανίκητη δύναμη που παρασέρνει τα πάντα στο διάβα της.
Η φωνή του λαού μοιάζει με τη φωνή του Θεού που περιγράφει ο Ιωάννης όταν βρισκόταν στην Πάτμο, όπου συνέγραψε την «Αποκάλυψη». Άκουσε, λέει, μια φωνή πίσω του μεγάλη σαν τον ήχο της σάλπιγγας. Και περιγράφει τον Παντοκράτορα που έχει μαλλιά ολόλευκα σαν το χιόνι, μάτια από φωτιά και φωνή που ακούγεται ως «φωνή υδάτων πολλών», ένας βουερός καταρράκτης δηλαδή που δε μπορεί να τον σταματήσει κανείς.