Πόσο αλκοόλ επιτρέπεται στην οδήγηση;

Οι περισσότεροι, όταν αποφασίζουμε να κάνουμε μία έξοδο, αναζητούμε έναν οδηγό για την επιστροφή, ο οποίος δεν θα έχει πιει. Το αλκοόλ μειώνει τις αντιδράσεις και τ’ αντανακλαστικά ενός οδηγού από τα πρώτα κιόλας γραμμάρια που καταναλώνει. Το ό,τι ένας οδηγός έχει… συνηθίσει να οδηγεί μετά από κατανάλωση του αλκοόλ κι έχει… εμπειρία, δε σημαίνει πως το αλκοόλ δεν επηρεάζει την οδήγησή του.

Πρακτικά, λοιπόν, για να μην κινδυνεύσει άμεσα η ζωή σου, δεν επιτρέπεται να πίνεις καθόλου όταν πρόκειται να οδηγήσεις. Επειδή το «καθόλου» είναι πολλές φορές ανθρωπίνως αδύνατο και νομικώς… κατανοητό, υπάρχουν όρια που θέτει ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ), ώστε να «επιτρέπεται» στους οδηγούς η κατανάλωση μικρής ποσότητας αλκοόλ. Η μικροποσότητα αυτή ποικίλει από άτομο σε άτομο και βασίζεται κυρίως στο φύλο και το βάρους του καθενός, αλλά και στην ώρα που έχει περάσει από τη στιγμή που καταναλώθηκε το αλκοόλ.

Ενδεικτικά και κατά γενικό κανόνα, ένα μικρό ποτό (όπως π.χ. ένα κουτάκι μπύρα) είναι υπεραρκετό για να «θολώσει» την κρίση σου εάν πρόκειται να οδηγήσεις ΙΧ αυτοκίνητο ή μοτοσικλέτα. Για «ν’ ανέβεις στο τιμόνι», θα πρέπει να περάσει τουλάχιστον μία ώρα από την κατανάλωση του ποτού, ώστε να είσαι εντός ορίου του Νόμου, χωρίς αυτό να ισχύει πάντα.

Το όριο για να θεωρείται κάποιος οδηγός υπό την επήρεια μέθης βρίσκεται στα 0,5 γρ./ λίτρο αίματος.

Τα πράγματα είναι πολύ πιο αυστηρά για νέους οδηγούς και επαγγελματίες. Για οδηγούς που οδηγούν φορτηγά πάνω από 3.500 κιλά, λεωφορεία πάνω από 9 θέσεις και νέους οδηγούς (έως 2 έτη) το όριο είναι 0,2 γρ. / λίτρο αίματος.

Οι ποινές για τυχόν παραβάτες ξεκινούν από τα 200 ευρώ και φτάνουν τα 2.000 ευρώ, αλλά και σε φυλάκιση υπό συγκεκριμένες συνθήκες.

Scroll to Top