Η φράση «αποδιοπομπαίος τράγος» χρησιμοποιείται για κάποιον που επιλέγεται ως εξιλαστήριο θύμα. «Αποδιοπομπαίος τράγος» είναι αυτός στον οποίο επιρρίπτονται οι ευθύνες των άλλων. Ο ένας που πληρώνει το τίμημα, για να μην το πληρώσουν όλοι. Ο ένας που καταδικάζεται ως ένοχος για να μην καταδικαστούν πολλοί άλλοι. Αυτός που με την καταδίκη του εξιλεώνει την ένοχη Κοινότητα.
«Ο σάκος του μποξ», αυτός δηλαδή που επιλέγεται για να εκτονωθεί η οργή κάποιου εναντίον του συνόλου.
Αυτός που επιλέγουμε για να του φορτώσουμε όλα τα κακά που μας βρίσκουν.
Ο αποσυνάγωγος.
Η λέξη «αποδιοπομπαίος» προέρχεται από το ρήμα «αποδιοπομπέομαι» που (σύμφωνα με το λεξικό Liddel & Scott) σημαίνει «αποτρέπω επικείμενα κακά δι’ (εξ)ιλαστηρίων θυσιών εις τον Δία, αποτρέπομαι δια του αποτροπαίου Διός», αλλά και αποτρέπω ή εξορκίζω.
Σημαίνει επίσης «διώχνω το μίασμα» ή «εξαγνίζω έναν τόπο με μία θυσία».
«Αποδιοπόμπησις» είναι «η προσφορά εξιλαστικής θυσίας».
Το ρήμα «αποδιοπομπέομαι» είναι σύνθετη λέξη. Αποτελείται από την πρόθεση «από» + το ουσιαστικό όνομα «Δίας» + το ρήμα «πέμπω» που σημαίνει «στέλνω». Η λέξη «αποδιοπομπέομαι» σημαίνει «εκδιώκομαι από τον Δία» ή «εκδιώκομαι από το Θεό», εξορίζομαι.
Από πού προέρχεται η φράση «αποδιοπομπαίος τράγος»;
Η έκφραση «αποδιοπομπαίος τράγος» προέρχεται ωστόσο από μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης στα Ελληνικά, όταν οι «εβδομήκοντα», κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. μετέφρασαν τη λέξη «Αζαζέλ» (που περιέχει την έννοια του «απομακρύνομαι») με τη λέξη «αποπομπαίος». Αναφέρεται σε Εβραϊκή τελετή, το Γιομ Κιπούρ ή Ημέρα της Εξιλέωσης που γινόταν κάθε επτά χρόνια, όπως περιγράφεται στο Λευιτικό της Παλαιάς Διαθήκης. Η Κοινότητα παρέδιδε στον αρχιερέα δύο τράγους για να τους θυσιάσει. Ο αρχιερέας έριχνε κλήρο και διάλεγε έτσι τον τράγο που θ’ αφιέρωνε στον Γιαχβέ και τον τράγο που θ’ αφιέρωνε στον Αζαζέλ. Μετά έσφαζε τον τράγο που αφιερωνόταν στον Γιαχβέ, ενώ στον τράγο που αφιερωνόταν στον Αζαζέλ, φόρτωνε τις αμαρτίες της Κοινότητας και τον έστελνε με τον υπηρέτη του στην έρημο για να γκρεμοτσακιστεί.
Αν και η τελετή περιγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη ως Εβραϊκό έθιμο, έχει Αιγυπτιακές ρίζες. Σε μια ετήσια γιορτή «μεγίστου καθαρμού» που έκαναν, φόρτωναν τις αμαρτίες τους σε έναν γάιδαρο και τον έδιωχναν στην έρημο για να χαθεί.
Η ίδια τελετή αναφέρεται με άλλη μορφή στην Βαβυλώνα, τη Ρώμη, αλλά και την αρχαία Ελλάδα. Τη γνώριζαν ακόμα και οι Άραβες.
Στην Αγγλία του 15ου και 16ου αιώνα οι νεαροί πρίγκιπες μεγάλωναν έχοντας πάντα δίπλα τους ένα νεαρό αγόρι. Το αποκαλούσαν «παιδί για μαστίγωμα». Όταν ο πρίγκιπας έκανε ζαβολιές, για τις οποίες έπρεπε να τιμωρηθεί, δεν τιμωρούνταν αυτός, αλλά το αγόρι, με μαστίγωμα ή ξυλοδαρμό.
Μετά το 1880, η λέξη «αποπομπαίος» των «εβδομήκοντα» εξελίχτηκε σε «αποδιοπομπαίος». Ουσιαστικά ήταν μια επιστροφή της λέξης στην αρχαϊκή της μορφή: Διαπομπεύομαι. Παράγωγο της οποίας είναι η λέξη «διαπόμπευση».