Τί σημαίνει η λέξη «αμοραλισμός»;

«Αμοραλισμός» σύμφωνα με το λεξικό «Τεγόπουλου – Φυτράκη» είναι «η φιλοσοφική θεωρία που υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ενιαία, παγκόσμια αναγνωρισμένη και αναλλοίωτη ηθική, επειδή οι ηθικές αντιλήψεις παραλλάζουν κατά τόπο και χρόνο».

Αμοραλιστής είναι ο τυχοδιώκτης που αδιαφορεί για τις ηθικές αρχές, ο ασυνείδητος, ο ανάλγητος που δεν έχει τύψεις για την παράνομη ή την ανήθικη πράξη του ή αυτός που «δεν έχει ιερόν και όσιον», ο αδίστακτος, αυτός που περιφρονεί κάθε ηθική αξία ή αρχή. Είναι ακόμη ο έκλυτος που – χωρίς δισταγμό – εντάσσει εαυτόν στην «ανήθικη ηθική» της εποχής και «γράφει στα παλιά του τα παπούτσια» τις διαχρονικές αρχές της κοινωνίας, μαζί και τις πάγιες αξίες της.

Η λέξη «αμοραλισμός» προέρχεται από την Γαλλική λέξη amoral που σημαίνει «ο ξένος με την ηθική» ή «ο άσχετος με την ηθική» επομένως ο αμοραλιστής διαφέρει από τον ανήθικο: Ο αμοραλιστής αδιαφορεί για την ηθική, ο ανήθικος εναντιώνεται σε αυτήν.

Από τη λέξη amoral προκύπτει η λέξη amoralisme που σημαίνει ολική άρνηση της καθολικής ισχύος των διαχρονικών ηθικών αξιών με ταυτόχρονη αποδοχή της εφήμερης ηθικής.

Ο αμοραλισμός εμπεριέχει την ιδιοτέλεια ή την σκοπιμότητα. Ο αμοραλιστής «πάει όπου φυσά ο άνεμος», όπως το λέει ο λαός, συμβιβάζεται με τον ισχυρό της ημέρας, είναι αυτός «συμμαχεί και με τον διάβολο» ακόμα, για να πετύχει τον σκοπό του.

Scroll to Top