Η Αποκάλυψη του Ιωάννη είναι ένα απ’ τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης. Σύμφωνα με την τελικά επικρατούσα χριστιανική παράδοση θεωρείται ότι γράφτηκε απ’ τον Απόστολο Ιωάννη την περίοδο που ήταν εξόριστος στην Πάτμο το 96 μ.Χ.. Ωστόσο η πατρότητα του κειμένου έχει αμφισβητηθεί, με πρώτη σοβαρή αμφισβήτηση αυτή που διατυπώθηκε από τον Διονύσιο Αλεξανδρείας (247 – 265).
Ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής με την Αποκάλυψη λέει πως δεν έχει ο αυτοκράτορας απόλυτη εξουσία στους ανθρώπους. Τέτοια εξουσία έχει «Ο ων και ο ην και ο ερχόμενος», ο αληθινός Θεός. Και ο αληθινός Θεός είναι ένα «εσφαγμένον αρνίον» και μάλιστα εσφαγμένον από τον Αυτοκράτορα. Ο Αυτοκράτορας γίνεται θηρίον που διώκει και σφάζει αγίους. Στο τέλος όμως είναι ο Θεός που θα επικρατήσει κι όχι οι αντίθεες δυνάμεις.
Το μεγάλο θεολογικό μήνυμα που δίνει το βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννου σε μια εποχή που η Εκκλησία βρισκόταν σε ανταγωνισμό και προς την Συναγωγή είναι ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Θεός. Τη θέση του Θεού – Πατρός των Ιουδαϊκών Αποκαλύψεων παίρνει ο Ιησούς Χριστός. Στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, δηλαδή, ο Ιησούς Χριστός περιγράφεται με τους ίδιους χαρακτηρισμούς που περιγράφεται ο Θεός στο βιβλίο του Δανιήλ.
Η Αποκάλυψη του Ιωάννου δύσκολα μπορεί ν’ αναλυθεί σήμερα. Γι’ αυτό κι έχουν γίνει πολλές απόπειρες ανάλυσης του βιβλίου, με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους.
Διαφορετικά ερμηνεύθηκαν οι σφραγίδες, οι σάλπιγγες, οι φιάλες σε κάθε εποχή. Αρκεί να πούμε πως ως Αντίχριστος θεωρήθηκαν εκτός από τον Νέρωνα, ο Πάπας, ο Μωάμεθ, ο σουλτάνος και άλλοι πολλοί. Είναι γι’ αυτό το λόγο που η Εκκλησία δεν χρησιμοποίησε στις ακολουθίες της καμιά φορά περικοπές από την Αποκάλυψη. Θεωρεί το βιβλίο θεόπνευστο – γι’ αυτό εξάλλου και το έχει συμπεριλάβει στον κανόνα της – αλλά πιστεύει ότι ο Θεός θα δώσει τον φωτισμό του κατά τις μέρες των εσχάτων, στις οποίες θεωρήθηκε ανέκαθεν ότι αναφέρεται, για την ορθή ερμηνεία του.
- Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Α Καθολική του επιστολή κάνει λόγο για την έλευση του Αντιχρίστου, καθώς επίσης και την ενέργεια των αντιχρίστων και μάλιστα γράφει στους Χριστιανούς ότι επίκειται αυτή η ώρα. Συγκεκριμένα γράφει: «Παιδία, εσχάτη ώρα εστί, και καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται, και νυν αντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν· όθεν γινώσκομεν ότι εσχάτη ώρα εστίν» (Α Ιω. β , 18 ).
- Όμως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αρκείται στο να ομιλή περί του Αντιχρίστου και των προδρόμων του, αλλά κάνει λόγο για το πως αντιμετωπίζονται ο Αντίχριστος και οι πρόδρομοί του. Γι’ αυτό αμέσως μετά τους προηγουμένους στίχους γράφει: «και υμείς χρίσμα έχετε από του αγίου, και οίδατε πάντα» (Α Ιω. β , 20). Δηλαδή, οι Χριστιανοί έχουν λάβει το χρίσμα από τον Θεό και γνωρίζουν να ξεχωρίζουν τις ενέργειες του Αντιχρίστου και των αντιχρίστων από τις ενέργειες του Χριστού και των ανθρώπων του Χριστού. Δεν πρόκειται περί αναγνώσεως βιβλίων, αλλά περί του χρίσματος το οποίο υπάρχει στην καρδιά και διδάσκει.
- Για το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, το οποίο λέγεται και σφραγίδα, κάνει λόγο και ο Απόστολος Παύλος. Συγκεκριμένα στην επιστολή του προς τους Κορινθίους γράφει: «ο δε βεβαιών ημάς συν υμίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, ο και σφραγισάμενος ημάς και δους τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταις καρδίαις ημών» (Β Κορ. α, 21-22). Εδώ σαφέστατα φαίνεται ότι ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος δίδει την βεβαίωση στους Χριστιανούς, Αυτός είναι εκείνος που μας χρίει. Η χρίση ταυτίζεται με την σφράγιση και αυτό γίνεται από τον Θεό, ο οποίος δίδει στις καρδιές μας τον αρραβώνα του Πνεύματος.
- Όλα αυτά σημαίνουν ότι με το μυστήριο του αγίου Χρίσματος το οποίο συνδέεται με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος λάβαμε την δωρεά του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά, δια της σφραγίσεως των μελών του σώματός μας, όταν ο Ιερεύς έλεγε «σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου, αμήν». Αυτό το χρίσμα στην καρδιά ενεργεί ως φωτισμός νοός, ως έμπνευση, ως αγάπη προς τον Θεό, ως προσευχή, ως ελπίδα της αιωνίου ζωής, ως αρραβώνας του Πνεύματος. Η ομολογία των μαρτύρων και το μαρτύριο που ακολουθεί είναι ενεργοποίηση του αγίου Χρίσματος, δια του οποίου ορά τον Θεό, γι’ αυτό και το μαρτύριο των αγίων δεν είναι υπόθεση λογικής επεξεργασίας, συναισθηματικής εξάψεως και θυμικής ενεργείας, αλλά καρπός θεοπτίας-θεώσεως.