Ο γενικός κανόνας για τη μέση θερμοκρασία του σώματος ενός ανθρώπου είναι 36,8 βαθμοί, αν και ο… «θερμοστάτης» του καθενός διαφέρει. Ωστόσο, όταν αυτή η εσωτερική θερμοκρασία του σώματος πέφτει κάτω απ’ τους 35 βαθμούς Κελσίου, το σώμα παθαίνει υποθερμία. Η υποθερμία δεν έχει ως προαπαιτούμενο τις συνθήκες μεγάλου ψύχους. Μπορεί να συμβεί ακόμα και σε καλό καιρό ή θερμοκρασίες άνω του 0, όταν κάποιος είναι βρεγμένος ή/και εξαντλημένος.
Σημαντικοί παράγοντες είναι η ηλικία και τα… αποθέματα του λίπους. Άτομα που είναι λεπτά και δεν έχουν μεγάλη ποσότητα λίπους μπορεί να προσβληθούν πιο εύκολα σε σχέση με α΄τομα που έχουν υπερβολικό σωματικό λίπος. Αντίστοιχα οι ηλικιωμένοι είναι πιο πιθανό να πάθουν υποθερμία από ένα νέο άτομο. Άλλες αιτίες για την υποθερμία είναι ο υποσιτισμός (δίαιτα), οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο υποθυρεοειδισμός, η κατανάλωση αλκοόλ και η μέθη.
Οι άνθρωποι που παθαίνουν υποθερμία, μπορεί αρχικά να μην το αντιλαμβάνονται, ωστόσο πρέπει να δράσουν άμεσα, καθώς η ύπαρξή της κρύβει κινδύνους για την υγεία τους.
Πώς αντιμετωπίζεται η υποθερμία;
Το ζέσταμα του σώματος είναι απαραίτητο, προκειμένου ν’ αποφευχθούν επιπλοκές ή ανεπανόρθωτες βλάβες στον οργανισμό. Ο πάσχων από υποθερμία πρέπει άμεσα να μπει σε εσωτερικό χώρο ή να καλύψει το σώμα του και το κεφάλι του με ό,τι πιο ζεστό μπορεί να βρει γύρω του εκείνη τη στιγμή. Ζεστές κομπρέσες σε λαιμό, στομάχι και καρπούς μπορούν να βοηθήσουν προς την κατεύθυνση αυτή.
Ωστόσο, ΔΕΝ πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνεται χρήση άμεσης πηγής θερμότητας (π.χ. καυτό νερό) ή το τρίψιμο από κάποιον άλλον. Σημαντικό επίσης ν’ αποφεύγεται να θερμαίνονται πρώτα τα άκρα του σώματος, ενώ απαγορεύεται η χρήση του αλκοόλ. Στόχος, εξάλλου, είναι η αύξηση της εσωτερικής θερμοκρασίας.