10 ποιήματα για τον έρωτα

“Έρως ανίκατε μάχαν”, “έρωτα, ανίκητε στη μάχη”, τραγουδά ο Χορός στην “Αντιγόνη”, στην τραγωδία του Σοφοκλή που διδάχτηκε στους Αθηναίους το το 442 π.Χ., στα Μεγάλα Διονύσια κερδίζοντας την πρώτη νίκη. Από το μύθο της Αντιγόνης θα εμπνευστούν αργότερα μεγάλοι συγγραφείς, όπως ο Ανούιγ και ο Μπρεχτ.

Ο Έρως ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης. Όταν χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα. Σύμφωνα με τους Ορφικούς, ο Έρως προήλθε από το «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους.

Ο Ησίοδος λέει ότι προήλθε από το Χάος και τη Γαία. Η Σαπφώ λέει ότι είναι γιος του Ουρανού και της Αφροδίτης. Ο Σιμωνίδης ο Κείος λέει ότι είναι γιος του Άρη και της Αφροδίτης. Ο Αλκαίος ο Μυτιληναίος λέει ότι ο Έρως είναι γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου. Η Διοτίμα λέει ότι ο Έρως είναι γιος του Πόρου και της Πενίας.

Όπως και νά ‘χει, ο Έρως, ο Έρωτας, είναι ο βασιλιάς της καρδιάς. Υμνήθηκε απ’ όλους τους μεγάλους και τους ελάσσονες ποιητές. Για μια αναφορά σε αυτόν, επιλέξαμε εδώ δέκα ερωτικά ποιήματα:

Α΄

Σαπφώ:
(630 π.Χ. – 570 π.Χ.)

Ο έρωτας συγκλόνισε την καρδιά μου
όπως ο άνεμος που κατεβαίνει από το βουνό
και τραντάζει τις βελανιδιές

Β΄

Ανακρέων ο Τήιος:
(572 π.Χ. – 485 π.Χ.)

Καθρέφτης σου να ήμουνα, εμένα να κοιτούσες
χιτώνας να γινόμουνα, πάντα να με φορούσες
νεράκι για να έτρεχα, το δέρμα σου να πλύνω
και μύρο, για να μ’ αλειφτείς, θα μπόραγα να γίνω.
Στηθόδεσμος στο στήθος σου, στολίδι στο κεφάλι,
τα πόδια σου να με πατούν, ας ήμουν και σανδάλι.

Γ΄

Θωμάς Γκόρπας:
(1935 – 2003)

Θα καταργήσω τον ουρανό,
θα καταργήσω τη γη
και θ’ αφήσω μόνο ένα ουζερί
για ένα πιοτό,
για ένα τραγούδι, για ένα χορό.
Κι εσύ να περνάς απ’ έξω”.

Δ΄

Γεώργιος Δροσίνης:
(1859 – 1951)

Εκούνησε την ανθισμένη μυγδαλιά
με τα χεράκια της
κι εγέμισε από άνθη η πλάτη, η αγκαλιά
και τα μαλλάκια της.

Αχ! Χιονισμένη σαν την είδα την τρελή
γλυκά τη φίλησα
της τίναξα τα άνθη απ’ την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:

– Τρελή να φέρεις στα μαλλιά στου τη χιονιά
τι τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θε να ρθει η βαρυχειμωνιά
δεν το στοχάζεσαι;

Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παλιά
τα παιγνιδάκια σου
κοντή γριούλα με τα κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου.

Ε΄

Νίκος Γκάτσος:
(1911 – 1992)

Θα φέρει η θάλασσα πουλιά
κι άστρα χρυσά τ’ αγέρι
να σου χαϊδεύουν τα μαλλιά,
να σου φιλούν το χέρι.

Χάρτινο το φεγγαράκι,
ψεύτικη ακρογιαλιά,
αν με πίστευες λιγάκι
θα `σαν όλα αληθινά.

Δίχως τη δική σου αγάπη
δύσκολα περνά ο καιρός.
Δίχως τη δική σου αγάπη
είναι ο κόσμος πιο μικρός.

Χάρτινο το φεγγαράκι,
ψεύτικη ακρογιαλιά,
αν με πίστευες λιγάκι
θα `σαν όλα αληθινά.

ΣΤ΄

Παραδοσιακό:

Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία
σ’ αγαπώ γιατί είσαι εσύ.
Αγαπώ κι όλο τον κόσμο
γιατί ζεις κι εσύ μαζί.

Το παράθυρο κλεισμένο
το παράθυρο κλειστό…
Άνοιξε το ένα φύλλο
την εικόνα σου να δω.

Ζ΄

Παλαιά Διαθήκη, Άσμα Ασμάτων
(μεταγραφή: Λευτέρη Παπαδόπουλου)

Όμορφη, όμορφη, όμορφη που ’σαι αγάπη μου.
Τι όμορφη που είσαι.
Γλυκιά σαν του περιστεριού και τρυφερή η ματιά σου. Καμιά από τις όμορφες δεν παραβγαίνει εμπρός σου.
Εσύ ’σαι κρινολούλουδο κι εκείνες είναι αγκάθια. Ίδια με κόκκινη κλωστή τα κόκκινα σου χείλη.
Σα ρόδι που το κόψανε στη μέση μου φαντάζει πίσω από το πέπλο σου το ροδομάγουλό σου.
Τα δυο σου στήθια μοιάζουνε δίδυμα ζαρκαδάκια, που να βοσκήσουν βγήκανε μες στα ανθισμένα κρίνα.
Φίλα με, φίλα με, μ’ όλα τα φιλιά που έχεις μες στο στόμα, μέθα με στης αγκάλης σου το πιο γλυκό κρασί, και το όνομά σου άρωμα, μύρο χυμένο κάτω.

Η΄

Περικλής Κοροβέσης:
(1941 – 2020)

Είχα σβήσει με μπλάνκο το όνομά σου από την ατζέντα μου.
Δεν περίμενα να ξαναπάρεις τηλέφωνο ύστερα από τόσον καιρό.
Και όμως πήρες. Ρώτησες αν ενοχλείς. Ήσουν ευγενική.
Το μέταλλο της φωνής σου, πολύτιμο όπως πάντα. Ρώτησες αν γράφω.
Δεν ήθελες να με διακόψεις. Εκτιμούσες πάντα την δουλειά μου.
Ρωτάς τι κάνω. “Όλα καλά”, σου λέω. Τι να σου πω;
Με γάμησες.
Περίπατο έκανες στη ζωή μου και τη διάλυσες.

Θ΄

e.e. cummings
(1894 – 1962)

Κυρία, θα σε αγγίξω με τον νου μου.
Θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω
ώσπου να μου δώσεις
ξαφνικά ένα χαμόγελο, συνεσταλμένα άσεμνο
(κυρία θα σε
αγγίξω με τον νου μου).
Θα σε αγγίξω,
αυτό είναι όλο,
απαλά κι εσύ ολότελα θα γίνεις
με απέραντη ευκολία
το ποίημα που δεν θα γράψω.

Παντολέων Φλωρόπουλος:
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΗ ΒΑΣΩ

Συζητώντας με τους περισσότερους
διαβιώ
στον Βόρειο Πόλο

σε κάποια κόχη της λευκής θάλασσας
αναρριχώμαι και λαλώ
φορώντας μία πάνω στην άλλη γούνες
πολικών αρκούδων

συζητώντας όμως με άλλους κατεβαίνω
χαμηλότερα
και περνώντας τροχάδην από Ελλάδα
ενδεδυμένος καθωσπρέπει βέβαια

κατεβαίνω συζητώντας με άλλους
στον ισημερινό
κι εκεί

γυμνός
στην πύρινη αγκαλιά του ήλιου έκθετος
εν μέσω πειναλέων υαινών
και μεγαλοπρεπών λεόντων

εσένα ψάχνω
τη δροσερή σκιά σου αναζητώ
στην αγκαλιά σου άφωνος κάθε στιγμούλα
έκπληκτος μια ολόκληρη ζωή
να ζω.

Scroll to Top